Του Γενικού Γραμματέα της ΕΚΥΣΥ ΠΕΟ
Κώστα Σκαρπάρη
Ζούμε σε μια εποχή όπου η ακρίβεια έχει φτάσει σε πρωτόγνωρα επίπεδα, και κτυπά αλύπητα τους συνταξιούχους . Τα προβλήματα αυτής της ευάλωτης ομάδας παραμένουν άλυτα εδώ και πολλά χρόνια, με ευθύνη τόσο της προηγούμενης όσο και της σημερινής κυβέρνησης.
Η κυβέρνηση, παρά τα υπερπλεονάσματα που έχει εισπράξει – κυρίως από τον αυξημένο ΦΠΑ λόγω των υψηλών τιμών – επιλέγει να παραμένει αδρανής. Οι επικοινωνιακές τακτικές που χρησιμοποιεί δεν λύνουν τα προβλήματα, ενώ η πραγματικότητα για τους συνταξιούχους γίνεται ολοένα και πιο σκληρή. Οι συνεχείς αυξήσεις στο κόστος ζωής “σπάζουν κόκκαλα”, με τους συνταξιούχους και ιδιαίτερα τους χαμηλοσυνταξιούχους να δίνουν αγώνα για την επιβίωσή τους.
Είναι ανεπαρκές και προκλητικό να αναφέρεται η κυβέρνηση στην έκπτωση 20% στους λογαριασμούς της ΑΗΚ για τους χαμηλοσυνταξιούχους ( μόνο), τη στιγμή που ήδη έχει αφαιρέσει τη χορηγία του Υπουργείου Οικονομικών από τους λογαριασμούς ρεύματος από όλους τους άλλους συνταξιούχους και καταναλωτές . Την ίδια ώρα, προσπαθεί να παρουσιάσει ως επίτευγμα της τις αυξήσεις στις συντάξεις από Ιανουάριο του 2025 και την Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή (ΑΤΑ), ενώ γνωρίζει ότι αυτή αποτελεί δικαίωμα που έχει κατοχυρωθεί εδώ και δεκαετίες από σκληρούς αγώνες των εργαζομένων και συνταξιούχων με έντονή την σφραγίδα της ΠΕΟ και της ΕΚΥΣΥ
Το «πέναλτι» του 12% στις συντάξεις
Ένα από τα μεγαλύτερα σοβαρά προβλήματα είναι και το «πέναλτι» 12% στις συντάξεις όσων επιλέγουν να συνταξιοδοτηθούν στο 63ον έτος , υστέρα από δεκαετίες εργασίας και καταβολής εισφορών στο Ταμείο Κοινωνιών Ασφαλίσεων , το οποίο επιβλήθηκε από μνημονικά μέτρα στη περίοδο της τραπεζικής- οικονομικής κρίσης το 2013. Ενώ το συνδικαλιστικό κίνημα έχει καταφέρει να καταργήσει σχεδόν όλα τα μνημονικά τα μέτρα που πλήττουν τους εργαζόμενους και συνταξιούχους, το πέναλτι 12% παραμένει. Η επίμονη άρνηση της σημερινής όπως και της προηγούμενης κυβέρνησης να το καταργήσει, επικαλούμενη το κόστος, και τρομοκρατώντας για πρόβλημα δήθεν στην βιωσιμότητά του ταμείου δείχνει την προτεραιότητά της να εξυπηρετεί άλλα συμφέροντα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η κατάργηση της φορολογίας ύψους 350 ευρώ για επιχειρήσεις – ακόμη και για τράπεζες με εκατομμύρια κέρδη – που κόστισε στο κράτος περίπου 45 εκατομμύρια ευρώ. Παράλληλα, η κυβέρνηση , ο ΔΗΣΥ , κόμματα της συγκυβέρνησης αρνήθηκαν να φορολογήσουν τα υπερκέρδη των τραπεζών ύστερα από πρόταση του ΑΚΕΛ , χάνοντας έτσι μια ευκαιρία να εισπράξει 100 εκ. ευρώ για να στηρίξει ευάλωτες ομάδες, όπως οι συνταξιούχοι.
Ανισότητα και υγεία
Ένα ακόμη πρόβλημα είναι η αδικία εις βάρος των ανδρών που έχασαν τις συζύγους τους πριν την 1η Ιανουαρίου 2018, στερώντας τους το δικαίωμα στη σύνταξη χηρείας. Αυτή η κατάσταση παραβιάζει την αρχή της ισότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 28 του Συντάγματος και το ερώτημα προς τον Υπουργό Εργασίας και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας καταδέχονται να παραβιάζεται πρόνοια του συντάγματος , όπως και αποφάσεις δικαστηρίων και της επιτρόπου διοικήσεως ?
Επιπλέον, απαιτούμε την ένταξη των μη συνταγογραφούμενων και αντιγριπικών φαρμάκων στο ΓεΣΥ. Πολλοί συνταξιούχοι αντιμετωπίζουν μηνιαία έξοδα 30-100 ευρώ για φάρμακα που δεν καλύπτονται, ενώ η υγεία τους είναι πρωταρχικής σημασίας ωστόσο τι να προτοπληρώσουν ? Λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος ,νερού , τις καθημερινές ανάγκες διατροφής , καύσιμα για την θερμανση τους , ανανέωση αδειών κυκλοφορίας και ασφάλειες αυτοκίνητων ,κ.α.?
Οι σημερινοί συνταξιούχοι, που έχουν συμβάλει στη δημιουργία και βελτίωση του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων από το 1957, απαιτούν συντάξεις αξιοπρέπειας. Η πολιτεία έχει ηθική και κοινωνική υποχρέωση να τους στηρίξει.