Το 24ο Συνέδριο της ΠΕΟ αφού συζήτησε και ενέκρινε το έγγραφο για τις νέες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που δημιουργούνται με την ένταξη μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποφασίζει:
ΑΠΟΦΑΣΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗΣ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΝΕΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΠΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥΝΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΤΑΞΗ
ΤΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΣΤΗΝ Ε.Ε.
Το 24ο Συνέδριο της ΠΕΟ αφού συζήτησε και ενέκρινε το έγγραφο για τις νέες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που δημιουργούνται με την ένταξη μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποφασίζει:
Την 1η Μαΐου 2004 με την ένταξη ακόμα δέκα νέων κρατών, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα αποτελεί την μεγαλύτερη ένωση κρατών, οικονομιών και ανθρώπων.
Σαρανταεπτά χρόνια μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Ρώμης, η Ε.Ε. ακολουθεί μια προωθημένη μορφή καπιταλιστικής, πολιτικοοικονομικής ολοκλήρωσης.
Σε αντίθεση με το περιεχόμενο της Ευρωπαϊκής σύγκλισης που οι κυρίαρχες δυνάμεις επιδιώκουν να προωθήσουν, οι προοδευτικές δυνάμεις αγωνίζονται για μια Ευρώπη που να συνταιριάζει την οικονομική ανάπτυξη με την κοινωνική συνοχή ώστε η διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης να προχωρήσει προς όφελος των λαών της Ευρώπης και όχι μονόπλευρα, προς όφελος των ισχυρών οικονομικών συμφερόντων και των πολυεθνικών εταιρειών.
Οι δυνάμεις της εργασίας δίνουν καθημερινά μάχες σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο ενάντια στις πολιτικές απορύθμισης των εργασιακών σχέσεων και υπόσκαψης του κοινωνικού κράτους.
Ως ΠΕΟ έχουμε επίγνωση του γεγονότος ότι εντασσόμενοι στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα έρθουμε αντιμέτωποι με τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές που οι κυρίαρχοι κύκλοι προωθούν όπως και με τα μεγάλα προβλήματα που ταλανίζουν την Ευρώπη. Γνωρίζουμε ότι με πρόσχημα την Ευρωπαϊκή Ένωση θα ενταθούν οι προσπάθειες από το μεγάλο κεφάλαιο στον τόπο μας να μεταφέρει και στην Κύπρο τις πολιτικές της Ε.Ε. και στο θέμα των εργασιακών σχέσεων και στο ασφαλιστικό και σε πολλά άλλα ζητήματα.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι για μας ένα πεδίο αγώνων. Είναι ένας χώρος όπου το ταξικό Συνδικαλιστικό κίνημα της ΠΕΟ συντασσόμενο με τις δυνάμεις της εργασίας και της προόδου θα δίνει τις μάχες του τοπικά και ευρωπαϊκά, έτσι που η Ευρώπη να είναι και Ευρώπη με κοινωνικό πρόσωπο και κοινωνική συνοχή.
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗΣ
Όπως ήταν φυσικό η διαδικασία της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης είχε μια ισχυρή και αμφίδρομη επίδραση στη διαμόρφωση της δομής και των προτεραιοτήτων του Συνδικαλιστικού κινήματος στην Ευρώπη.
Η σταδιακή διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η ενίσχυση του ρόλου της ως υπερεθνικής πολιτικής πλέον οντότητας, διαμόρφωσε σταδιακά μια νέα πραγματικότητα στην Ευρώπη.
Η Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Συνδικάτων (ETUC) δημιουργήθηκε μέσα από τις τάξεις του Συνδικαλιστικού χώρου ο οποίος ήταν συνδεδεμένος πολιτικά και ιδεολογικά με τις κυρίαρχες δυνάμεις που οδήγησαν την πορεία της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης όπως την έχουμε προδιαγράψει. Στην πορεία της εξέλιξης η ETUC έχει διευρυνθεί και αυτή την στιγμή έχει ενσωματώσει στις τάξεις της σχεδόν όλες τις τάσεις του Ευρωπαϊκού Συνδικαλιστικού κινήματος και αποτελεί τον αδιαμφισβήτητο επίσημο κοινωνικό συνομιλητή της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αξιολογώντας διαχρονικά το ρόλο της ETUC και κατ’ επέκταση του Ευρωπαϊκού Συνδικαλιστικού κινήματος στην πορεία της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης θα πρέπει να εκτιμήσουμε ότι ως ένα βαθμό έδωσε στοιχεία κοινωνικής ισορροπίας σ’ αυτή την πορεία και παρεμβλήθηκε για να γίνει κοινωνικά αποδεκτό το σκληρό πρόσωπο της ψυχρής κοινής αγοράς.
Από την άλλη όμως θα πρέπει να εκτιμήσουμε ότι η ETUC και γενικά το Ευρωπαϊκό Συνδικαλιστικό κίνημα πότε δεν κατάφερε να παρουσιαστεί ως ένας αυτόνομος ταξικός πόλος και να αμφισβητήσει δυναμικά στο σύνολο τους, το περιεχόμενο και τους κανόνες της σύγκλισης οι οποίοι είναι διαμορφωμένοι στη βάση των επιλογών και των προτεραιοτήτων του μεγάλου κεφαλαίου και των πολυεθνικών εταιρειών.
Η αίτηση της ΠΕΟ για ένταξη στα Ευρωπαϊκά Συνδικάτα
Παρά το γεγονός ότι η εκτίμηση μας για την γενικότερη πολιτική της ETUC σε σχέση με την αντιμετώπιση των προβλημάτων που απασχολούν το Συνδικαλιστικό κίνημα στην Ευρώπη είναι αυτή που έχει αναλυθεί προηγούμενα, το 23ο Συνέδριο της ΠΕΟ είχε καθορίσει ως ένα από τους βασικούς στόχους της πολιτική μας στις διεθνείς μας σχέσεις την ένταξη της ΠΕΟ στα Ευρωπαϊκά Συνδικάτα.
Παρά το γεγονός ότι η ΠΕΟ είναι η πρώτη συνδικαλιστική δύναμη στον κυπριακό χώρο, έχει την πιο ουσιαστική παρουσία και ρόλο στα εργασιακά και κοινωνικά ζητήματα του τόπου, εντούτοις η ηγεσία της ETUC επιμένει να θέτει όρους για την αποδοχή της ΠΕΟ στην συνομοσπονδία. Όρους οι οποίοι κατά την άποψη μας είναι λανθασμένοι και παραπέμπουν σε ψυχροπολεμικές εποχές. Η απαίτηση της ηγεσίας της ETUC να αποχωρήσει η ΠΕΟ από την ΠΣΟ, η οποία είναι η Διεθνής στην οποία το κίνημα μας παραδοσιακά ανήκει, για να κάνει αποδεκτό το αίτημα μας για ένταξη, δεν επέτρεψε μέχρι σήμερα ο στόχος της ένταξης στην ETUC να υλοποιηθεί.
Η ΠΕΟ θεωρεί αυτονόητη την συμμετοχή της στην Συνομοσπονδία Ευρωπαϊκών Συνδικάτων ιδιαίτερα μετά την απόφαση για ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Συμμετοχή η οποία πρέπει να είναι η φυσική αντανάκλαση του ρόλου, του κύρους και του εκτοπίσματος που έχει η ΠΕΟ μέσα στους εργαζόμενους της Κύπρου. Χωρίς την ΠΕΟ, δεν είναι δυνατό να θεωρεί κανένας ότι μπορεί να υπάρξει αντικειμενική αντιπροσώπευση της φωνής των εργαζομένων της Κύπρου.
Στην βάση αυτής της γραμμής η ΠΕΟ θα συνεχίσει με υπομονή και επιμονή αξιοποιώντας και την επίσημη ένταξη της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση έτσι ώστε η αίτηση μας να γίνει αποδεκτή.
Η ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗ ΣΤΑ ΕΡΓΑΣΙΑΚΑ ΘΕΜΑΤΑ
Παρακολουθώντας από κοντά τις προσπάθειες της Κυβέρνησης Κληρίδη για την εναρμόνιση, σημειώνουμε ότι εκείνα που προβλήθηκαν και προωθήθηκαν πρώτιστα είναι τα οικονομικής φύσης ζητήματα.
Πέραν τούτου η πολιτική που ακολούθησε η Κυβέρνηση Κληρίδη στις διαπραγματεύσεις με την Ε.Ε. ήταν τέτοια που ουσιαστικά φόρτωσε το κόστος της εναρμόνισης στους εργαζόμενους και ευρύτερα στα λαϊκά στρώματα αφού δε ζήτησε κονδύλια για αντιμετώπιση των προβλημάτων που θα προέκυπταν, όπως έκαναν οι άλλες υπό ένταξη χώρες.
Στον εργασιακό τομέα ψηφίστηκαν έστω και την τελευταία στιγμή όλες οι νομοθεσίες, όμως, υπάρχει σοβαρό πρόβλημα εφαρμογής τους. Δεν έχουν δημιουργηθεί οι μηχανισμοί εκείνοι που θα εφαρμόσουν αποτελεσματικά τις νομοθεσίες, τις οδηγίες και τους κανονισμούς. Και υπάρχουν σωρεία τέτοιων νομοθεσιών.
Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΤΑΞΗΣ ΣΤΑ ΕΡΓΑΣΙΑΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΠΕΟ
Οι πιο σημαντικοί άξονες οι οποίοι θα επηρεάσουν τις εργασιακές σχέσεις στο νέο περιβάλλον που θα δημιουργήσει η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι οι εξής:
α) Η πλήρης ελευθεροποίηση της αγοράς, και ο σκληρός ανταγωνισμός που συνεπάγεται ένα τέτοιο περιβάλλον. Συνδεδεμένη με αυτή την πραγματικότητα είναι και η αναμενόμενη πίεση για ιδιωτικοποιήσεις στους οργανισμούς κοινής ωφέλειας.
β) Η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα θέματα απασχόλησης και κοινωνικής ασφάλισης η οποία θα υποχρεώνει την Κύπρο να ευθυγραμμίζεται με συγκεκριμένους ποσοτικούς και ποιοτικούς στόχους όπως αυτοί διαμορφώνονται στες Βρυξέλλες και
γ) ελεύθερη διακίνηση εργαζομένων από και προς τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η γενική φιλοσοφία με την οποία το κίνημα της ΠΕΟ θα αντιμετωπίσει τη νέα κατάσταση δεν μπορεί να είναι άλλη από την προσέγγιση ότι δημιουργείται ένα νέο πεδίο αγώνων όπου το συνδικαλιστικό κίνημα θα πρέπει να παλέψει για την προστασία και τη διατήρηση όλων των θετικών στοιχείων του δικού μας κοινωνικού και εργασιακού κεκτημένου, να αντισταθεί στις όποιες πιέσεις για πισωγυρίσματα που θα πηγάζουν από την προσπάθεια αξιοποίησης από μέρους των ισχυρών οικονομικών κύκλων, πολιτικών και πρακτικών που πηγάζουν από κατευθύνσεις ή πλαίσια που διαμορφώνονται στο χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ταυτόχρονα να αξιοποιήσει στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό τα όποια θετικά στοιχεία μπορούν να αξιοποιηθούν μέσα από το Ευρωπαϊκό κοινωνικό και εργασιακό κεκτημένο.
Η πολιτική της Ε.Ε. για την απασχόληση
Και η «ευελιξία» της εργασίας
Είναι φανερό ότι και στα Κυπριακά δεδομένα, οι εργοδότες επιδιώκουν μεθοδευμένα τα τελευταία χρόνια, επικαλούμενοι ως πρόσχημα και το Ευρωπαϊκό κεκτημένο να εισάξουν και να προωθήσουν εργασιακές σχέσεις και μορφές απασχόλησης που απομακρύνουν τους εργαζόμενους από την προστασία της συλλογικής σύμβασης.
Οι προσωπικές συμφωνίες και τα προσωπικά συμβόλαια αποτελούν μια μορφή αυτής της προσπάθειας.
Από την άλλη προωθούν μορφές απασχόλησης, όπως η εργασία με την ώρα, χωρίς σταθερό ωράριο και όρους απασχόλησης, η εποχιακή απασχόληση, η αντικατάσταση σταθερών θέσεων εργασίας με εργασία από εξωτερικές πηγές με τη μορφή εργολαβικής ανάθεσης. Κάνει επίσης τη εμφάνιση του, έστω και δειλά, το φαινόμενο της ενοικιαζόμενης εργασίας. Φαινόμενο που σε κάποιες αναπτυγμένες δυτικές χώρες έχει πάρει αρκετά μαζικές διαστάσεις.
Διαστάσεις παίρνει επίσης και το φαινόμενο της αδήλωτης παράνομης απασχόλησης, όχι μόνο αλλοδαπών αλλά και Κυπρίων εργαζόμενων.
Οι πολιτικές αυτές δεν είναι βέβαια υποχρεωτικές για τα κράτη μέλη ούτε αποτελούν μέρος της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Το πλαίσιο όμως των κατευθύνσεων που χαράσσεται για τις εργασιακές σχέσεις ενθαρρύνει και βοηθά τους εργοδότες στην εφαρμογή τους.
Το Συνδικαλιστικό κίνημα οφείλει να αντιταχθεί και να αντιπαλέψει αυτές τις τάσεις με βασικό όπλο τη συλλογική σύμβαση και την οργάνωση. Οι συλλογικές μας συμβάσεις κατά κανόνα αποκλείουν τέτοιες μορφές «ευέλικτης» απασχόλησης και προστατεύουν τους εργαζόμενους από την εκμετάλλευση.
Παράλληλα εκεί και όπου υπάρχουν νομοθεσίες που μπορούν να αξιοποιηθούν θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν στην κατεύθυνση της ενίσχυσης της προσπάθειας μας για αντιμετώπιση αυτών των φαινομένων.
Ελεύθερη διακίνηση εργαζομένων
Ένα νέο στοιχείο που θα προστεθεί αντικειμενικά μετά την ένταξη είναι το στοιχείο της ελεύθερης διακίνησης εργαζομένων. Η ελευθερία διακίνησης αναπόφευκτα θα έχει τις επιδράσεις της στα εργασιακά μας δεδομένα αφού εργαζόμενοι από ευρωπαϊκές χώρες και ιδιαίτερα από χώρες με χαμηλότερο βιοτικό επίπεδο από την Κύπρο θα μπορούν να έρχονται για να εργαστούν στο τόπο μας ελεύθερα. Η πραγματικότητα αυτή καθιστά ακόμα περισσότερο σημαντική την ανάγκη να διασφαλίσουμε, ως βασική αρχή, ότι όλοι οι εργαζόμενοι στον τόπο μας ανεξάρτητα εθνικότητας και χώρας προέλευσης θα εργάζονται με τους ίδιους όρους εργασίας έτσι όπως προβλέπουν οι συλλογικές συμβάσεις και η εργατική νομοθεσία. Αυτή είναι η πιο αποτελεσματική ασφαλιστική δικλείδα που θα εμποδίσει τον αθέμιτο ανταγωνισμό και την υπόσκαψη των εργασιακών σχέσεων με την αξιοποίηση από τους εργοδότες ξένων εργαζομένων ως φτηνή εργατική δύναμη.
Όσον αφορά την έλευση μεταναστών εργαζομένων από χώρες εκτός της Ε.Ε., το καθεστώς της ελεγχόμενης χορήγησης αδειών εργοδότησης στην βάση αυστηρών κριτηρίων θα πρέπει να συνεχιστεί. Βασικά κριτήρια θα πρέπει να παραμείνουν η έλλειψη προσφοράς εργασίας από Κύπριους και η τήρηση από μέρους των εργοδοτών της εργατικής νομοθεσίας και των συλλογικών συμβάσεων.
Θα πρέπει ταυτόχρονα να διεξαχθεί ένας ουσιαστικός και σε βάθος διάλογος για μια εξ’υπαρχής αξιολόγηση της κατάστασης όπως σήμερα παρουσιάζεται με στόχο αλλαγές και βελτιώσεις στα υφιστάμενα κριτήρια που έχουν συμφωνηθεί ώστε να ανταποκρίνονται καλύτερα στις νέες συνθήκες και να λαμβάνουν υπ’ όψη τις εμπειρίες που έχουν συσσωρευτεί την τελευταία 10ετία της εφαρμογής της συμφωνίας.
Η προστασία των μεταναστών εργαζομένων από την εκμετάλλευση και η καταπολέμηση κάθε προσπάθειας για χρησιμοποίηση τους ως φτηνής εργατικής δύναμης, ανταγωνιστικά προς τις πρόνοιες των όρων απασχόλησης που περιλαμβάνουν οι συλλογικές συμβάσεις, αποτελεί καθήκον πρώτης γραμμής για την ΠΕΟ και το Συνδικαλιστικό κίνημα ευρύτερα.
Το Συνδικαλιστικό κίνημα έχει επίσης το ταξικό καθήκον να καταπολεμήσει τα φαινόμενα ρατσισμού και ξενοφοβίας.
Κοινωνικός διάλογος
Ένας άλλος σημαντικός τομέας ο οποίος αποτελεί αντικείμενο συζητήσεων στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι ο ρόλος και το περιεχόμενο του κοινωνικού διαλόγου.
Η ΠΕΟ θεωρεί πετυχημένο το μοντέλο τριμερούς συνεργασίας και διαπραγμάτευσης στον τόπο μας και επιδιώκει τη διατήρηση και την ενίσχυση του.
Θα πρέπει να αντισταθούμε σε πολιτικές που θέλουν τον κοινωνικό διάλογο ως υποκατάστατο των κοινωνικών αγώνων και που δίνουν σε αυτό το διάλογο περιεχόμενο ξένο προς τις παραδόσεις και τα γνήσια συμφέροντα των ανθρώπων της εργασίας.
Η ΠΕΟ θεωρεί ότι ο ενεργός ρόλος του κράτους στους θεσμούς τριμερούς συνεργασίας, όπως εκφράζεται τόσο μέσα από τη λειτουργία του Εργατικού Συμβουλευτικού Σώματος και των άλλων θεσμών συμμετοχής και διαλόγου, αλλά και μέσα από το Κώδικα Βιομηχανικών Σχέσεων θα πρέπει όχι μόνο να παραμείνει, αλλά και να ενισχυθεί. Δεν υποτιμούμε την χρησιμότητα του απευθείας διαλόγου τόσο με τους εκπροσώπους των εργοδοτών όσο και με άλλες κοινωνικές ομάδες. Άλλωστε υπάρχει στο τόπο μας παράδοση και θετική εμπειρία από αυτό το διάλογο.
Στα πλαίσια αυτής της προσέγγισης αντιμετωπίζουμε και το θέμα της πιθανής δημιουργίας Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής στην Κύπρο.
Η ΠΕΟ θεωρεί βάσιμες τις επιφυλάξεις ότι μια τέτοια επιτροπή δεν έχει να προσφέρει πολλά στην ποιότητα και το περιεχόμενο του κοινωνικού διαλόγου αφού ήδη υπάρχουν άλλοι θεσμοί που καλύπτουν αυτή την ανάγκη. Χωρίς να είναι θέμα αρχής η δημιουργία ή όχι ΟΚΕ στην Κύπρο η ΠΕΟ δεν θεωρεί, στα πλαίσια της ανάλυσης που έχει γίνει πιο πάνω, τη δημιουργία τέτοιου θεσμού ως θέμα προτεραιότητας.
ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
Έχοντας υπόψιν τις εκτιμήσεις που έγιναν προηγούμενα το Συνέδριο αποφασίζει ένα πλαίσιο προτεραιοτήτων που θα προωθήσει στα νέα δεδομένα που δημιουργούνται.
Βασικοί άξονες αυτού του πλαισίου προτεραιοτήτων είναι οι εξής:
1. Διατήρηση και ενίσχυση της οργανωτικότητας και της συνδικαλιστικής πυκνότητας των Κυπρίων εργαζομένων ως το πιο αποφασιστικό όπλο για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που αναπόφευκτα θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε.
Σ’αυτή την κατεύθυνση η ΠΕΟ θα πρέπει να προωθήσει και να διεκδικήσει ενίσχυση των νομοθετικών και θεσμικών ρυθμίσεων που προστατεύουν και ενισχύουν το δικαίωμα της οργάνωσης των εργαζομένων. Ιδιαίτερα θα πρέπει να διεκδικήσουμε πολύ πιο αυστηρή προστασία από τον Νόμο της Συνδικαλιστικής Ασυλίας αλλά και θεσμοθέτηση διεκδικήσεων μέσα από τις οποίες η ελεύθερη έκφραση και επιλογή των εργαζομένων για οργάνωση όχι μόνο να προστατεύεται ηθικά αλλά και να εφαρμόζεται στην πράξη.
Εξίσου όμως σημαντικό με την μαζικότητα της οργάνωσης είναι και η διατήρηση και ενίσχυση της ταξικής φυσιογνωμίας του συνδικαλιστικού κινήματος και του αγωνιστικού του χαρακτήρα. Η παράμετρος αυτή αναδεικνύεται ολοένα και περισσότερο έχοντας υπόψη ότι ένας από τους κεντρικούς άξονες της νεοφιλεύθερης επίθεσης είναι η προσπάθεια αφομοίωσης, ενσωμάτωσης και τελικά παροπλισμού και ευνουχισμού του ρόλου του συνδικαλιστικού κινήματος ως υπερασπιστή των συμφερόντων των εργαζομένων.
2. Θα πρέπει η υπεράσπιση της σταθερότητας και της μονιμότητας της εργασίας να αποτελεί τον κεντρικό άξονα της πολιτικής του συνδικαλιστικού κινήματος. Σταθερή εργασία με ρυθμισμένους όρους απασχόλησης είναι κοινωνικό δικαίωμα που θα πρέπει να υπερασπιστούμε αποφασιστικά.
3. Υπεράσπιση του κοινωνικού χαρακτήρα των ασφαλιστικών ταμείων και αποφασιστική αντίσταση σε κάθε προσπάθεια υπόσκαψης του.
4. Υπεράσπιση του συστήματος των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων και του ρόλου της συλλογικής σύμβασης ως του βασικού μέσου διαμόρφωσης των όρων και των συνθηκών απασχόλησης των εργαζομένων. Η συλλογική σύμβαση απετέλεσε τη μεγαλύτερη κατάκτηση του κυπριακού συνδικαλιστικού κινήματος διαχρονικά και είναι αποτέλεσμα σκληρών και πολύχρονων αγώνων.
Η ΠΕΟ δεν πρόκειται να συνηγορήσει σε οποιαδήποτε απόπειρα μεταφοράς της ευθύνης της συνομολόγησης και της εφαρμογής των συλλογικών συμβάσεων και των εργασιακών δικαιωμάτων στο πεδίο των νομοθετικών ρυθμίσεων και κατ’επέκταση στα δικαστήρια και στα νομοθετικά και εκτελεστικά σώματα της πολιτείας. Τέτοια εξέλιξη θα είναι πισωγύρισμα για το σύστημα εργασιακών σχέσεων του τόπου μας, θα τείνει να ενισχύσει την καλλιέργεια ψευδαισθήσεων και εφησυχασμού μέσα στους εργαζόμενους, να αποδυναμώσει την ισχύ και την αποτελεσματικότητα του Συνδικαλιστικού κινήματος και να μεταθέσει το θέμα της αντιμετώπισης των όρων απασχόλησης και το πρόβλημα των εργαζομένων σε ένα πεδίο όπου ο εργαζόμενος θα είναι αδύνατος να διεκδικήσει γρήγορα και αποτελεσματικά τα εργασιακά δικαιώματα.
Η εμπειρία της Κύπρου αλλά και άλλων χωρών αποδεικνύει ότι σε όλες τις περιπτώσεις που οι εργαζόμενοι εναποθέτουν τις προσδοκίες τους στη νομοθεσία για την τήρηση αξιοπρεπών όρων απασχόλησης, όπως π.χ. στα καταστήματα, στα κέντρα αναψυχής κλπ, κατά τεκμήριο η νομοθεσία αυτή δεν εφαρμόζεται πλήρως και σε μικρό βαθμό τους προστατεύει.
Ταυτόχρονα όμως, έχοντας υπ’ όψη και την ανάγκη διατήρησης μια ισορροπίας και περιορισμού όσο είναι δυνατό της δυνατότητας δημιουργίας εργαζομένων δυο ταχυτήτων, θα αγωνιστούμε για την υιοθέτηση νομοθετικών ρυθμίσεων τέτοιων που να κατοχυρώνουν ικανοποιητικά ελάχιστα επίπεδα κοινωνικής και εργασιακής προστασίας, ιδιαίτερα για τις κοινωνικά αδύνατες ομάδες του πληθυσμού και για εκείνες τις κατηγορίες εργαζομένων που εξ’ αντικειμένου είναι σε μεγάλο βαθμό συνδικαλιστικά απροστάτευτες. Αυτές οι ρυθμίσεις θα πρέπει να περιλάβουν και ωφελήματα που περιλαμβάνονται στις συμβάσεις και έχουν πάρει καθολικό σχεδόν χαρακτήρα όπως π.χ. ο 13ος μισθός, όπως επίσης και ρυθμίσεις που να ποινικοποιούν την καταχρηστική κατακράτηση εισφορών των εργαζομένων που αποκόπτονται από τους μισθούς τους, αλλά δεν εμβάζονται στα διάφορα κοινωνικά ταμεία.
5. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στην προσπάθεια
πλήρους εφαρμογής στην πράξη της νέας νομοθεσίας που αφορά κοινωνικά και εργασιακά ζητήματα και η οποία έχει εισαχθεί σαν αποτέλεσμα της εναρμόνισης της κυπριακής νομοθεσίας με το Ευρωπαϊκό κεκτημένο. Οι νομοθεσίες αυτές περιέχουν ουσιαστικά θετικά στοιχεία τα οποία το συνδικαλιστικό κίνημα μπορεί να αξιοποιήσει δημιουργικά προς όφελος των εργαζομένων και για βελτίωση της ποιότητας των εργασιακών σχέσεων.
Ιδιαίτερη σημασία θα πρέπει να δοθεί στην ενίσχυση των μηχανισμών ελέγχου από πλευράς του κράτους ώστε η νομοθεσία να εφαρμόζεται αλλά και να αφομοιώνεται και να αξιοποιεί τις νέες νομοθεσίες από το ίδιο το συνδικαλιστικό κίνημα ως μέρος του οπλοστασίου μας στους καθημερινούς μας αγώνες.
6. Ανάπτυξη των σχέσεων και των επαφών με συνδικαλιστικές οργανώσεις χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με στόχο κοινές προσεγγίσεις στην αντιμετώπιση των προβλημάτων, ανταλλαγής πληροφοριών και εμπειριών και ενδυνάμωση της αλληλεγγύης και της κοινής δράσης ανάμεσα στους εργαζόμενους.
Η υλοποίηση των διεκδικητικών μας στόχων προϋποθέτει πάνω από όλα την ενίσχυση της σημασίας της οργάνωσης ανάμεσα στους εργαζόμενους, την ενίσχυση του ρόλου της συλλογικής δράσης και συλλογικής διεκδίκησης ως του πιο αποφασιστικού παράγοντα για υπεράσπιση και επέκταση των κατακτήσεων μας.
ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΩΝ ΜΑΣ
Για την αποτελεσματική προώθηση αυτών των προτεραιοτήτων η ΠΕΟ σε επίπεδο Ομοσπονδίας Κλαδικών Συντεχνιών και εξειδικευμένων Γραφείων θα πρέπει:
– Τεκμηριωμένα στην βάση επιστημονικών μελετών να αναλύει όλα τα ζητήματα που απασχολούν τους εργαζόμενους σε τοπικό επίπεδο, να μελετά τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης στους διάφορους τομείς και να καταθέτει έγκαιρα τη δική μας πρόταση.
– Να στέλνει ξεκάθαρα μηνύματα και να καταθέτει εισηγήσεις που να εμπνέουν, να συσπειρώνουν τους εργαζόμενους αλλά και ευρύτερα την κοινωνία απαντώντας στις ανάγκες και τα αιτήματα των σημερινών εργαζομένων.
– Να δίνουμε τη μέγιστη δυνατότητα διαλόγου και συμμετοχής των εργαζομένων στην διαμόρφωση και διεκδίκηση των στόχων μας. Η ανάγκη καθημερινής επαφής με τους εργαζόμενους, η αναβάθμιση του επιπέδου προβληματισμού και συλλογικότητας των καθοδηγητικών σωμάτων σ’ όλα τα επίπεδα, η συστηματική ενημέρωση και ο απολογισμός δράσης προς τους εργαζόμενους πρέπει να χαρακτηρίζουν την καθημερινή μας δράση.
– Να ανανεώνουμε και να εκσυγχρονίζουμε συνεχώς την δομή και τους μηχανισμούς μας έτσι που να συμβαδίζουν με τα δεδομένα των κλάδων απασχόλησης των εργαζομένων. Η δημιουργία προϋποθέσεων συνδικαλιστικής παρουσίας σ’ όλους τους κλάδους είναι σημείο κλειδί για απόκρουση των πολιτικών απορύθμισης της εργασίας.
– Να ενημερώνουμε τους εργαζόμενους και ευρύτερα την κοινωνία για το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι διαπαιδαγωγώντας τους στο πνεύμα των ταξικών αγώνων και της αλληλεγγύης μεταξύ των εργαζομένων και να αναδεικνύουμε την κοινότητα των συμφερόντων των εργαζομένων καταπολεμώντας τα φαινόμενα ατομικισμού και απομάκρυνσης από την συλλογική δράση.
– Να είναι σε συνεχή ανοικτή επαφή με όλες τις κοινωνικές ομάδες ιδιαίτερα τους αγρότες, τους μικρομεσαίους, τους συνταξιούχους και τους ανέργους εξασφαλίζοντας την μεγαλύτερη δυνατή συσπείρωση και υποστήριξη γύρω από τις θέσεις και τις διεκδικήσεις του κινήματος μας και ταυτόχρονα συμμετέχοντας στους ευρύτερους κοινωνικούς αγώνες. Αυτό προϋποθέτει θέσεις και προτάσεις όχι μόνο για τα εργατικά συνδικαλιστικά ζητήματα αλλά και για ζητήματα ευρύτερης κοινωνικής πολιτικής. Τομείς όπως η υγεία, η παιδεία, το περιβάλλον, η ισότητα, η προστασία του καταναλωτή, τα ανθρώπινα δικαιώματα πρέπει να είναι στις προτεραιότητες μας.
Με τη δράση μπορούμε να αποτελέσουμε τη βασική συνιστώσα ενός κινήματος των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, το οποίο θα έχει λόγο και πρόσβαση στα δρώμενα στη Ε.Ε. αλλά και ουσιαστική παρέμβαση στη δημιουργία και υλοποίηση των αναγκαίων κοινωνικών πολιτικών στον τόπο μας.
Η ΠΕΟ θα συνεχίσει να είναι μπροστάρης, πόλος συσπείρωσης των εργαζομένων και των ευρύτερων κοινωνικών δυνάμεων στον αγώνα για προάσπιση και βελτίωση των κατακτήσεων των Κυπρίων και απόκρουσης των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που οι κυρίαρχοι κύκλοι στην Ε.Ε. προωθούν.
Έχουμε εμπιστοσύνη στην ισχύ του Συνδικαλιστικού μας κινήματος και έχουμε εμπιστοσύνη στους εργαζόμενους και στις ισχυρές αγωνιστικές παραδόσεις της Κυπριακής εργατικής τάξης.
Είμαστε λοιπόν αισιόδοξοι ότι έχουμε την δύναμη και την ικανότητα να ελαχιστοποιήσουμε τις αρνητικές επιπτώσεις, να αντιμετωπίσουμε τους κινδύνους και να αξιοποιήσουμε δημιουργικά κάθε τι θετικό που προκύπτει από την ένταξη στην Ε.Ε.
Σημαντικό πλεονέκτημα στην προσπάθεια μας αυτή είναι η παρουσία στην διακυβέρνηση του τόπου μας, μιας κυβέρνησης η οποία στηρίζεται από τις προοδευτικές δημοκρατικές δυνάμεις, δεν εμφορείται νεοφιλελεύθερες προσεγγίσεις και η οποία έχει ένα φιλολαϊκό κοινωνικοοικονομικό πρόγραμμα που σέβεται τις κατακτήσεις των εργαζομένων και στηρίζει τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Σημειώνουμε με ικανοποίηση ότι τα μέχρι σήμερα δείγματα γραφής της κυβέρνησης είναι θετικά.
Ως ΠΕΟ θα στηρίξουμε την κυβέρνηση στην εφαρμογή του προγράμματος της, θα επικροτούμε κάθε θετική ενέργεια παράλληλα όμως θα εξασκούμε εποικοδομητική κριτική και θα αντιδρούμε στις όποιες ενέργειες δεν είναι προς το συμφέρον των εργαζομένων και των πλατιών λαϊκών μαζών.