«Πριν από μερικά χρόνια, σε ένα συνέδριο που είχε σχέση με το μέλλον των ηλεκτρονικών υπολογιστών, οι ειδήμονες περιέγραφαν το σπίτι του μέλλοντος: Ένα σπίτι απόλυτα προγραμματισμένο, όπου όλα λειτουργούσαν με υπερσύγχρονο τρόπο και οι ένοικοί του δεν έβγαιναν σχεδόν ποτέ – αφού όλες τους οι ανάγκες καλύπτονταν μέσα στην κατοικία: ακόμα και η εργασία που γινόταν μέσα από κομπιούτερ δεν τους έβαζε στον κόπο να δρασκελίσουν την πόρτα τους: Η νεαρή περιποιημένη γυναίκα που ζούσε σ’ αυτό το «σπίτι των ονείρων» φαινόταν τρισευτυχισμένη που δούλευε εκεί μέσα, έχοντας τα παιδιά να παίζουν κοντά της και συνδυάζοντας έτσι τις οικογενειακές της υποχρεώσεις με τη δουλειά που έστελνε στο γραφείο της μέσω του ηλεκτρονικού υπολογιστή!
Αυτή ήταν βέβαια η ωραιοποιημένη εικόνα του μέλλοντος που βλέπαμε: Μια εικόνα που πολύ θα άρεσε στους σύγχρονους εργοδότες, αφού κανείς δεν ανέφερε αν η νεαρή εργαζόμενη μητέρα δούλευε με σύμβαση ή περιστασιακά, με το «κομμάτι», αν δούλευε με μερική απασχόληση, αν είχε επαφές με τους συναδέλφους της, κοινωνική ζωή, κάποια συνδικαλιστική ένταξη ή αναγκαζόταν να ξενυχτάει ή ακόμα να ξυπνάει ξημερώματα για να τελειώσει τη δουλειά της – την ώρα που όλοι στο σπίτι θα αναπαύονταν!»
Το πιο πάνω απόσπασμα είναι από ένα άρθρο που αφορά την τηλεργασία. Γράφτηκε στον Ριζοσπάστη τον Σεπτέμβριο του 2002 (!) και αφορούσε κυρίως τις εργαζόμενες γυναίκες –βλέπετε η τηλεργασία είναι μια από τις «απαντήσεις» του συστήματος στο αίτημα του ταξικού εργατικού κινήματος για στήριξη της εργαζόμενης γυναίκας.
Το άρθρο αυτό λοιπόν μας εισαγάγει (από το 2002!) σε αυτό που ζούμε σήμερα εν καιρώ κορωνοϊού. Στην πραγματικότητα η αρθρογράφος (Αλίκη Ξένου – Βενάρδου) δεν είχε μαντικές ικανότητες, ούτε η απότομη και ελέω έκτακτης ανάγκης νέα συνθήκη της μαζικής τηλεργασίας είναι κάτι πρωτοεμφανιζόμενο ως ιδέα και ως πρακτική. Πρόκειται για ακόμα μια μορφή «ευέλικτης απασχόλησης» -ίσως η πιο σύγχρονη και πιο «ελκυστική» στα μάτια ενός εργαζομένου.
«Η τηλεργασία, που γίνεται συχνά μέσα από το σπίτι του εργαζόμενου, έχει πάρει σήμερα μεγάλες διαστάσεις στην Ευρώπη, όπου έχει αυξηθεί ο αριθμός των αυτοαπασχολουμένων και επηρεάζει αρνητικά την πλήρη απασχόληση των εργαζομένων, καθώς οι εργοδότες προσπαθούν να την εκμεταλλευτούν προς όφελός τους. Χάριν της «ευελιξίας» και του ανταγωνισμού πολλές επιχειρήσεις λειτουργούν με ελάχιστο μισθωτό προσωπικό και τις υπόλοιπες δουλειές τις έχουν αναθέσει σε τηλεργαζόμενους που χαρακτηρίζονται σαν «αυτοαπασχολούμενοι». Στην πραγματικότητα πρόκειται για μερική απασχόληση ή δουλειά «με το κομμάτι» που γίνεται με… εκσυγχρονισμένο τρόπο», αναφέρεται στο άρθρο και προστίθεται ότι ειδικότερα, για τις νέες γυναίκες που είναι μητέρες προβάλλεται σαν ένας τρόπος να είναι… προνομιούχες, ενώ στ’ αλήθεια τις ξεζουμίζουν. «Οι εργαζόμενοι/ες μ’ αυτό τον τρόπο δεν έχουν συνήθως διαφορετική επιλογή και δουλεύουν ουσιαστικά με σχέση εξαρτημένης εργασίας, χωρίς καμιά επαγγελματική κατοχύρωση ή ασφαλιστική κάλυψη…»
Τα πιο πάνω γράφτηκαν πριν 18 χρόνια και για την Κύπρο τουλάχιστον φάνταζαν μέχρι χθες ως σενάρια επιστημονικής φαντασίας, όπως ίσως να φάνταζε και η κατάσταση «έκτακτης ανάγκης» για την πανδημία ενός ιού.
Όπως φαίνεται και στο άρθρο, το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα έχει εντοπίσει από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 αυτή τη νέα τάση που ολοένα και ενισχύεται μαζί με τις υπόλοιπες ευέλικτες μορφές απασχόλησης που υποσκάπτουν και απορρυθμίζουν τις εργασιακές σχέσεις. Εξ ου και οι έγκαιρες διαγνώσεις και εκτιμήσεις για τις μεθοδεύσεις των κεφαλαιοκρατών, δεν αποτελούν προφητείες.
Μην ξεχνάμε άλλωστε ότι η ταξική ανάλυση του κοινωνικοοικονομικού μοντέλου του συστήματος που ζούμε σήμερα ξεκινά και καταλήγει από τη βασική αρχή, όπως περίπου την περιέγραψε και ο θεωρητικός του καπιταλισμού Άνταμ Σμίθ, ότι οι κεφαλαιοκράτες είχαν, έχουν και πάντοτε θα έχουν ως πρώτιστο στόχο το κέρδος. Επειδή η συζήτηση αφορά την τηλεργασία να υπογραμμίσουμε ακόμα ένα σημείο από τον Άνταμ Σμιθ. Στον «Πλούτο των Εθνών», ο Σμιθ αναφέρει ότι εντός του συστήματος του καπιταλισμού ένα άτομο που δρα για το προσωπικό του συμφέρον τείνει να προωθεί και το συμφέρον της κοινότητας του. Σε αυτό το πλαίσιο λοιπόν η τηλεργασία παρουσιάζεται από τους επιχειρηματίες («ένα άτομο») ως ευεργεσία προς τους εργαζόμενους («κοινότητα») και ιδιαίτερα προς τις εργαζόμενες γυναίκες.
Στο δια ταύτα…
Η τηλεργασία ή για να ακριβολογούμε, η εργασία από το σπίτι, είναι μια ευέλικτη μορφή απασχόλησης που ευνοεί τις επιχειρήσεις και είναι ενάντια στα συμφέροντα των εργαζόμενων. Ο επιχειρηματίας μειώνει το εργατικό κόστος καθώς απαλλάσσεται από έξοδα ή τα μειώνει στο ελάχιστο. Ενοίκια, ηλεκτρικό ρεύμα, ασφάλειες εργαζομένων κ.ο.κ. Παράλληλα, στην πλήρη εφαρμογή του το σύστημα της εργασίας από το σπίτι σημαίνει αυτοαπασχόληση ή υποαπασχόληση ή μερική εργασία. Άρα λιγότερες υποχρεώσεις του εργοδότη απέναντι στον εργαζόμενο. Πρόκειται για μια ευέλικτη μορφή απασχόλησης που αφήνει τους εργαζόμενους με ελάχιστα δικαιώματα και απολαβές και κυρίως, απροστάτευτους στην εργοδοτική ασυδοσία.
Με τις νέες έκτακτες συνθήκες λόγω κορωνοϊού πολλοί εργαζόμενοι βιώνουν σήμερα αυτή τη μορφή απασχόλησης που κρύβει παγίδες και κινδύνους. Για τους λόγους που αναφέραμε πιο πάνω, με το πέρας της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης η εργασία από το σπίτι δεν πρέπει να αποτελέσει μόνιμη λύση ή να καταστεί θεσμός· πλην βεβαίως των εξαιρέσεων που ίσχυαν και προηγουμένως και πάντοτε με την προϋπόθεση ότι οι εργαζόμενοι αυτοί θα έχουν συμφωνημένους όρους εργοδότησης, συλλογικές συμβάσεις κλπ.
Εκ της σύνταξης
Πηγή: ergatikovima.com